Η πρώτη μου κορυφή! A letter from 2453m

Α γαπημένη μου, μ’ακούς; Εγώ νομίζω ότι σε άκουσα όπως ο αέρας σφυρίζει ανεβαίνοντας από τη θάλασσα. Αγαπημένη μου με βλέπεις; Το σύννεφο που φωτίζει ο ήλιος παίρνει τη μορφή σου.

Φεύγοντας από τη πόλη κουβαλούσαμε όλες τις έγνοιες και τα βάρη πάνω μας. Μέχρι να φτάσει το σούρουπο, είχαμε ξεχάσει τα πάντα και μπορούσαμε να γίνουμε ξανά ερωτευμένοι ονειροπόλοι. Να αναρωτιόμαστε για το φως και τα αστέρια, τη θάλασσα, το βουνό, τον άνεμο και τα καμώματα τους.

Ο καιρός θαυμάσιος. Τουλάχιστον μπροστά μας. Πίσω μας ο αέρας στριμώχνει μαύρα σύννεφα στις κορυφές. Δε μας απασχολεί καθόλου. Καθόμαστε και αγναντεύουμε τη θάλασσα από ψηλά. Μπορούν να περάσουν χιλιάδες ώρες έτσι θαρρώ.

Με πιάνει το ψυχαναγκαστικό μου με τη φωτογραφική μηχανή. Γιατί αυτή τη φορά νοιώθω ότι έχω κάποιο στόχο. Να μοιραστώ μαζί σου την ομορφιά που βλέπω αφού δεν είσαι εδώ. Προσπαθώ να σημειώσω λέξεις για να σου περιγράψω ό,τι αντικρύζω. Αύριο θα ανέβουμε στη κορυφή. Έχω αγωνία λίγη. Γλυκιά. Αλλά πόσο μεγαλύτερη αξία έχει όταν νοιώθεις ότι έχεις κάποια να μοιραστείς αυτό που σου αρέσει, αυτό που έζησες, αυτό που έκανες. Όταν έχεις κάποια να γυρίσεις.

Τότε έχει αξία το ταξίδι, η πεζοπορία, η περιπέτεια. Όταν έχεις κάπου να γυρίσεις, όχι όταν θέλεις από κάπου να ξεφύγεις.

Το ολόγιομο φεγγάρι φέγγει από πάνω μας σα μικρός ήλιος. Δε χρειάζεται καν φακός. Προσπαθώ να κοιμηθώ. Δεν αργούν οι ήχοι του αέρα να προσθέσουν στη συντροφιά τους και αυτούς της βροχής. Ας είναι!

Μέχρι να σηκωθούμε, ένας λαμπρός ήλιος έχει βγει να μας φωτίσει και να μας ζεστάνει. Μαζεύουμε τη σκηνή και ξεκινάμε να ανηφορίζουμε.

Όσο πιο βαθιά χωνόμαστε στα Λευκά Όρη, στην ορεινή έρημο, τόσο πιο πολύ νοιώθω ότι μπαίνουμε στο μάτι του κυκλώνα. Και το τοπίο κάνει ό,τι μπορεί για να το μεγενθύνει αυτό.

Αφήνουμε το αυτοκίνητο και μπαίνουμε στο μονοπάτι. Είμαστε στα 1950μ υψόμετρο και μια μικρή επιγραφή μας λέει ότι πάμε προς τα 2453μ. Το τοπίο τριγύρω απόκοσμο. Ομίχλη, αέρας, βροχή. Πάμε.

Εδώ κυβερνά ένας άλλος Θεός. Σκληρός, τραχύς. Όπως η ξερή πέτρα – καμμένη από φωτιά λες, μόνο που αυτή η φωτιά δεν είναι άλλη από το πάγο. Πώς μπλέκονται τα πράγματα!

Φτάνουμε στη κορυφή! Αλήθεια τώρα; Νόμιζα ότι θα μπορούσα να δω όλο το κόσμο από εδώ. Ο καιρός επιτρέπει να δω μόνο πέντε μέτρα παρακάτω. Ψάχνω ένα μικρό καταφύγιο να προφυλαχθώ. Όσο και αν η τεχνολογία φαντάζει αταίριαστη εδώ, την ευχαριστώ γιατί μπορώ να μοιραστώ μαζί σου αυτή τη στιγμή. Η ενθουσιώδης απάντηση σου, δίνει νόημα σε όλα.

Κατηφορίζουμε. Όταν ανεβαίνεις έχεις τη σκέψη του στόχου, την αγωνία του αγνώστου, τη λάγνη επιθυμία το μάτι σου να τα δει όλα και το μυαλό σου να τα καταγράψει. Η επιστροφή είναι η ώρα που έρχεσαι να συζητήσεις με τον εαυτό σου. Να αφεθείς στις σκέψεις σου ή απλά να αφεθείς. Στο τέλος μένουν δύο σκέψεις. Να βρεθείς ξανά με αυτούς που αγαπάς και να κανονίσεις την επόμενη εξόρμηση.

Ανδρέας
Σελούδα / Πάχνες, Κρήτη, 2016

Submit a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.